
Η τουρκική διαμφισβήτηση του ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, εκδηλώνεται την 1 Νοέμβριου του 1973, όταν κατά εντολή της Τουρκικής κυβέρνησης, η Τουρκική Κρατική Εταιρεία Πετρέλαιων (Tyrkiye Petrolleri Anonim Ortakligi- TPAO) ανέλαβε τη διεξαγωγή ερευνών για εντοπισμό υδρογονανθράκων, εκτός των χωρικών υδάτων της Τουρκίας και δυτικά των νησιών Σαμοθράκης, Λήμνου, Αγίου Ευστρατίου, Λέσβου, Ψαρών και Χίου. Εντός της επόμενης διετίας (1973-1975) η Άγκυρα θα εκ διπλώσει τις μονομερείς, αναθεωρητικές, πολιτικές της αξιώσεις, στο σύνολο των θαλάσσιων, εναέριων και εδαφικών καθεστώτων του Αιγαίου –αιγιαλίτιδα ζώνη, εθνικός εναέριος χώρος, περιοχή πληροφόρησης πτήσεων (FIR), καθεστώς αποστρατικοποίησης των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, καθεστώς επιχειρησιακού ελέγχου στο Αιγαίο στα πλαίσια του ΝΑΤΟ – δημιουργώντας καταστάσεις πολιτικής κρίσης με την Αθήνα, ενίοτε προκαλώντας και θερμά επεισόδια για τη δημιουργία εδαφικών τετελεσμένων (βλέπε Ίμια).
Το ερώτημα που εγείρεται στο σημείο αυτό και θα μας απασχολήσει ευθύς αμέσως, συνδέεται με τα αίτια της αναθεωρητικής πολιτικό-στρατηγικής συμπεριφοράς της Άγκυρας, με κορυφαίο σημείο την Τουρκική εισβολή και κατοχή της Βόρειας Κύπρου (1974).
Λαμβάνοντας υπόψη την πολιτική ρητορεία και πράξη των διαμορφωτών της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, από τη διακήρυξη του τούρκου πρωθυπουργού Σαντί Ιρμάκ (Χουριέτ, 18.1.1975):
«Δεν θα εκχωρήσω το Αιγαίο σε κανέναν. Το μισό Αιγαίο ανήκει σε μας»,
στην τελευταία δήλωση του τούρκου προέδρου, Ρ. Τ. Ερντογάν (Καθημερινή, 13.2.2018):
«[…] Προειδοποιούμε από αυτό το βήμα όσους υπερβαίνουν τα όρια τους σε Κύπρο και Αιγαίο για να μην κάνουν λανθασμένους υπολογισμούς. […] Για εμάς τα δικαιώματα μας στο Αιγαίο έχουν την ίδια σημασία με το Άφριν. […] Τα πολεμικά μας πλοία, η Πολεμική Αεροπορία μας παρακολουθεί (την περιοχή) για να επέμβουν σε περίπτωση που χρειαστεί», αυτό το οποίο εξάγεται, είναι η πολιτική αξίωση της Τουρκίας για συνδιαχείριση/ συγκυριαρχία/συνιδιοκτησία στο Αιγαίο και στην Κύπρο. Η εν λόγω αξίωση, αποτελεί στρατηγικό συμφέρον δυνάμεως για την Άγκυρα, εφόσον αποσκοπεί στον έλεγχο / συνεκμετάλλευση, του ενεργειακού πλούτου της Αιγιακής-Κυπριακής υφαλοκρηπίδας και δύναται να μεταφρασθεί σε μετρήσιμο συντελεστή ισχύος, άμεσα υπολογίσιμο στο ισοζύγιο δυνάμεων (σχετικά κέρδη) των τριών κρατών. Συνεπαγόμενα, ο αντικειμενικός πολιτικός στόχος των διαμορφωτών της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, είναι, με τη χρήση απειλών, την επίδειξη ισχύος και τις συνεχείς παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων, να οδηγήσει την Ελλάδα σε παραίτηση από την άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Η εξέλιξη αυτή, αντικατοπτρίζει το άνοιγμα της ψαλίδας στο ισοζύγιο της λανθάνουσας (ακαθάριστο εγχώριο προϊόν & πληθυσμός) και της στρατιωτικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, στην μεταψυχροπολεμική περίοδο, προδιαγράφοντας συνθήκες ρευστότητας-αβεβαιότητας στις διμερείς ελληνοτουρκικές σχέσεις και επαληθεύοντας την υπόθεση του πρώην πρωθυπουργού-προέδρου της Τουρκίας, Τουργκούτ Οζάλ, (Μάρτιος 1987) ότι:
«[…] Όσο η Τουρκία δυναμώνει η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να φρονιμεύει… Μόνο μία ισχυρή Τουρκία θα εξαναγκάζει τους Έλληνες να συμφωνήσουν… [μιας και] η Τουρκία είναι απολύτως αποφασισμένη στο Αιγαίο».