Το να μιλάει κάποιος για το έθνος κατά τρόπο μεροληπτικό και ιδεολογικό είναι ο κανόνας και θα παραμείνει ο κανόνας. Ωστόσο δεν βλάπτει αν κάπου – κάπου παραβιάζεται ο κανόνας αυτός, έστω και με κίνδυνο να βρεθεί όποιος το κάνει ανάμεσα σε δύο πυρά. Στη μία άκρη του πεδίου της μάχης βρίσκεται η εθνικιστική «δεξιά», η οποία θεωρεί το έθνος ως το φυσικό πλαίσιο ζωής του ανθρώπου, όμως δεν εξηγεί πώς στάθηκε δυνατή η συλλογική ζωή και επιβίωση επί αιώνες και χιλιετίες δίχως έθνη με τη νεότερη έννοια του όρου. Επιπλέον η «δεξιά» συγχέει το δικαίωμα ζωής του έθνους με την έννοια της κυριαρχίας του κράτους, μη θέλοντας να εμπιστευθεί το πεπρωμένο του έθνους σε ένα πολυεθνικό κράτος, μολονότι πολλά ιστορικά παραδείγματα πιστοποιούν ότι κάτω από παρόμοιες συνθήκες τα έθνη μπορούν θαυμάσια να κρατηθούν στη ζωή και μάλιστα να ακμάσουν.
Προφανώς η «δεξιά» δεν πιστεύει τόσο ακλόνητα στον ακατάλυτο χαρακτήρα του έθνους ώστε να αδιαφορεί για τη μοίρα του (λίγο – πολύ εθνικού) κράτους. H έννοιά της περί έθνους γίνεται τόσο πιο αφηρημένη, τόσο περισσότερο αισθητική ή πολιτισμική κατασκευή, όσο οι εθνικοί πολιτισμοί ατονούν. Δεν μπορεί να μη μειδιάσει κανείς όταν βλέπει σήμερα στην Eυρώπη ότι μερικοί «δεξιοί» εθνικιστές, οι οποίοι επιπλέον αυτοαποκαλούνται «συντηρητικοί», χρησιμοποιούν εναντίον του «Mάαστριχτ» εν μέρει τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούσαν οι κλασικοί συντηρητικοί του 18ου και του 19ου αι. εναντίον της διαμόρφωσης των σύγχρονων εθνικών κρατών. Γιατί ακριβώς οι εκπρόσωποι του κλασικού συντηρητισμού απέρριπταν το εθνικά ομοιογενές κράτος και έδιναν την προτίμησή τους στο πολυεθνικό, του οποίου συνεκτικός δεσμός ήταν η νομιμοφροσύνη προς μια δυναστεία και ένα στέμμα (π.χ. Aυστροουγγαρία). Στην αντίπερα όχθη φωνασκεί η κοσμοπολιτική και ειρηνιστική «αριστερά», η οποία ελπίζει ότι η έκλειψη των εθνών θα φέρει τη μόνιμη ειρήνη. Tο λογικό σφάλμα είναι προφανές: πόλεμοι γίνονταν και προ της δημιουργίας των εθνών και καμιά στατιστική δεν στηρίζει τη θέση ότι η εμφάνιση του εθνικισμού πολλαπλασίασε τους πολέμους. Πριν από λίγα χρόνια ακόμη η ανθρωπότητα βρισκόταν στο χείλος της πυρηνικής καταστροφής όχι εξαιτίας αχαλίνωτων εθνικισμών αλλά λόγω του ανταγωνισμού δύο στρατοπέδων, που και τα δύο τους επικαλούνταν οικουμενικές ιδεολογίες. Βεβαίως, οι εθνικές συγκρούσεις ξαναέγιναν επίκαιρες. Όμως αποτελεί οπτική απάτη να θεωρεί κανείς την πηγή αναταραχής, η οποία είναι αυτή τη στιγμή ενεργός, ως τη μοναδική ή ως την τελευταία. Όπως μέχρι σήμερα έγιναν συχνότατα πόλεμοι εντός των εθνών, δηλαδή εμφύλιοι πόλεμοι, έτσι και τίποτε δεν αποκλείει τους πολέμους στους κόλπους μιας ενιαίας ανθρωπότητας έπειτα από μια υποθετική κατάργηση των εθνών.