Αναμφίλεκτα η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιτάχυνε τον γεωπολιτικό, γεωοικονομικό και γεωστρατηγικό ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων στην Γηραιά Ήπειρο. Ναι μεν η Μόσχα υπεισήλθε σε έναν πόλεμο φθοράς με το Κίεβο, καλούμενη να αντιπαρέλθει στα μείζονα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα που δημιουργούνται από το αδυναμία επιβολής της βουλήσεώς της, ωστόσο το ζήτημα της ενεργειακής και επισιτιστικής κρίσης είναι η νέα πλανητική απειλή που καλούνται να διαχειριστούν οι εθνικές κυβερνήσεις ανά τον πλανήτη.
Χωρίς να δύναται να προβούμε σε προβλέψεις για το άμεσο μέλλον, θα επικεντρωθούμε στον αναφυόμενο γεωπολιτικό-γεωστρατηγικό ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων καταγράφοντας τις τεκτονικές μετατοπίσεις που λαμβάνουν χώρα σε πλανητικό επίπεδο και οδηγούν σε μια μακρόχρονη διαδικασία ανακατανομών ισχύος, θέσεων και ρόλων εντός του διεθνούς συστήματος. Η κορωνίδα του νέο ψυχροπολεμικού κλίματος μεταξύ Δύσης και Ανατολής αποκρυσταλλώνεται στο συγκαιρινό αναμόρφωμενο στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ, όπως επικυρώθηκε από τα 30 κράτη μέλη στη σύνοδο κορυφής της Μαδρίτης (28-30.6.2022):
«Η Ρωσική Ομοσπονδία είναι η πιο σημαντική και άμεση απειλή για την ασφάλεια των Συμμάχων και για την ειρήνη και τη σταθερότητα στον ευρωατλαντικό χώρο. Επιδιώκει να δημιουργήσει σφαίρες επιρροής και άμεσου ελέγχου μέσω του εξαναγκασμού, της ανατροπής, της επιθετικότητας και της προσάρτησης».
Υπό αυτό το πρίσμα καθίσταται πρόδηλος ο αντικειμενικός στόχος της πολιτικόστρατηγικής συμπεριφοράς της προεδρίας Μπάιντεν με την απεμπλοκή από τους «αιώνιους πολέμους» και την αναζωογόνηση-εκσυγχρονισμό των συμμαχιών-στρατηγικών συνεργασιών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αμερικανός πρόεδρος στην εναρκτήρια ομιλία του (2022) για τις κατευθυντήριες αρχές της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας :
«θα αναζωογονήσουμε και θα εκσυγχρονίσουμε τις συμμαχίες και τις συνεργασίες μας σε όλο τον κόσμο. Οι δημοκρατικές μας συμμαχίες μας δίνουν τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε ένα κοινό μέτωπο, να δημιουργήσουμε ένα ενιαίο όραμα και να συγκεντρώσουμε τις δυνάμεις μας για την προώθηση υψηλών προδιαγραφών, τη θέσπιση αποτελεσματικών διεθνών κανόνων και την ανάληψη ευθύνης από χώρες όπως η Κίνα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο θα επαναβεβαιώσουμε, θα επενδύσουμε και θα εκσυγχρονίσουμε τον Οργανισμό του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ) και τις συμμαχίες μας με την Αυστραλία, την Ιαπωνία και τη Δημοκρατία της Κορέας – που, μαζί με τις άλλες παγκόσμιες συμμαχίες και συνεργασίες μας, είναι το μεγαλύτερο στρατηγικό πλεονέκτημα της Αμερικής Το Θα συνεργαστούμε με συμμάχους για την κατανομή των ευθυνών ισότιμα, ενώ θα τους ενθαρρύνουμε να επενδύσουν στα δικά τους συγκριτικά πλεονεκτήματα ενάντια στις κοινές τρέχουσες και μελλοντικές απειλές».
Λαμβάνοντας υπόψη και τους αξονικούς στόχους της Αμερικανικής υψηλής στρατηγικής, δύναται να υποστηριχθεί ότι το νέο δόγμα της Ουάσιγκτον συνίσταται στην υπερπόντια εξισορρόπηση του αναδυόμενου περιφερειακού ηγεμόνα μέσω της μεταφοράς βαρών στους υπολογίσιμους συμμάχους της (Ιαπωνία, Αυστραλία, Ινδία). Αυτό το οποίο καλείται να διαφυλάξει είναι η νεοφιλελεύθερη διεθνής τάξη που συστήθηκε στην μεταψυχροπολεμική περίοδο και για μακρό χρονικό διάστημα δεν διαμφισβητήθηκε από τους επίδοξους περιφερειακούς ηγεμόνες. Είτε γιατί βρίσκονταν σε κατάσταση εσωτερικής ανασυγκρότησης (Ρωσία) είτε γιατί η νεοφιλελεύθερη διεθνής οικονομική διακυβέρνηση λειτουργούσε προωθητικά για την εξυπηρέτηση των οικονομικών-πολιτικών τους συμφερόντων και την ανάδυσή τους ως ισχυρών περιφερειακών δρώντων.
Αντίστροφα, Κίνα και Ρωσία συμπλέουν προς την εγκαθίδρυση ενός νέου πολυπολικού συστήματος, πλανητικής διακυβέρνησης μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων, οριοθετώντας τις σφαίρες επιρροής τους και διατηρώντας την αρχή της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας απαράβατη μεταξύ αλλήλων. Ειδικότερα το στρατηγικό δόγμα της Κίνας αποκρυσταλλώνεται στην αρχή της ειρηνικής συνύπαρξης μέσω της εγκαθίδρυσης μιας εταιρικής πλανητικής (οικονομικής κυρίως) διακυβέρνησης. Ο αντικειμενικός πολιτικός στόχος του Πεκίνου συνίσταται στη δημιουργία-εγκαθίδρυση μιας πλανητικής εταιρικής σχέσης, μέσα από εκτεταμένες διακρατικές διαβουλεύσεις, κοινή συνεισφορά και κοινά οφέλη.
Συνακόλουθα, η Ρωσική Ομοσπονδία στην έκθεση για την στρατηγική της εθνικής της ασφάλειας (2015) διαδηλώνει ως αξονικό στόχο της υψηλής της στρατηγικής την ανάπτυξη-διατήρηση μιας ανεξάρτητης εσωτερικής-εξωτερικής πολιτικής, καθιστώντας εναργή την στρατηγική της αναγκαιότητα για τη δημιουργία ενός γεωπολιτικού αναχώματος στα εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Περιγράφοντας ως άμεση απειλή για το εθνική της ασφάλεια, τη συσσώρευση του στρατιωτικού δυναμικού της Ατλαντικής συμμαχίας στις παρυφές των ρωσικών συνόρων και την ανάληψη στρατιωτικών δραστηριοτήτων κατά παράβαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, συνδυαστικά με την επέκταση της αμερικανικής αντιπυραυλικής άμυνας στην Ευρώπη, Ασία, Ειρηνικό και Εγγύς Ανατολή, προδηλώνει την αναφυόμενη ρευστότητα στην πλανητική και περιφερειακή σταθερότητα.
Στο περιβάλλον αυτό και σε συνδυασμό με το αρχέτυπο της θεωρίας της άνισης ανάπτυξης, που πρώτος ο Θουκυδίδης περιέγραψε και κατέγραψε ως μείζονα αιτία του Πελοποννησιακού Πολέμου, αναμένουμε την εντατικοποίηση-κλιμάκωση του γεωπολιτικού-γεωοικονομικού-γεωστρατηγικού ανταγωνισμού μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας-Κίνας. Ενόσω η Αμερικανική υπερδύναμη θα συνεχίζει να παρεισφρέει στις σφαίρες επιρροής των δυνητικών της ανταγωνιστών, (π.χ. Ανατολική Ευρώπη, Σινική θάλασσα) με σκοπό την υπερπόντια εξισορρόπησή τους. Τουναντίον, η αναγνώριση της Ρωσικής και Κινεζικής επικυριαρχίας σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές της περιφέρειάς τους, θα παρωθούσε στο μετριασμό της πολιτικοστρατηγικής έντασης, διαμορφώνοντας τις ικανές-αναγκαίες συνθήκες για ένα διευθυντήριο μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων.
Πηγή: imerazante.gr
Βιβλία του Διονύση Τσιριγώτη με τις Εκδόσεις Ποιότητα