Εγγραφείτε στο Newsletter και κερδίστε 10% έκπτωση για την πρώτη σας παραγγελία!

Μάρκος Τρούλης, Ανάγκη ασφάλειας χωρίς κουλτούρα ασφάλειας

H αποτροπή επιτυγχάνεται μέσω της καλλιέργειας της πεποίθησης στον αντίπαλο ότι είσαι έτοιμος να αναλάβεις στρατηγικό κόστος για την υπεράσπιση των κεκτημένων

Για πολλούς, η εξ ανατολών απειλή, την οποία δέχεται η χώρα μας, είναι ευδιάκριτη, καθώς στο σταθερό γεωγραφικό δεδομένο έχουν προστεθεί, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η μεταβολή στην ισορροπία ισχύος, οι διακηρυγμένες επιθετικές προθέσεις της Άγκυρας, αλλά και ο αποπροσανατολισμός του εν Ελλάδι συστήματος λήψης αποφάσεων.

Για άλλους (ελπίζω όχι πολλούς), η τουρκική απειλή συνιστά μία φενάκη, ένα εφεύρημα ορισμένων «πολεμοκάπηλων» οι οποίοι αρέσκονται να παίζουν με… μολυβένια στρατιωτάκια! Για κάποιους εξ αυτών δεν υπάρχει απειλή και ο Ερντογάν εξαντλείται σε ρητορείες, που δεν πρόκειται να πραγματοποιήσει στο πεδίο, ενώ ορισμένοι άλλοι πιστεύουν ότι «η Ελλάδα προκαλεί την Τουρκία στο Αιγαίο»! Άλλωστε, γι’ αυτούς, η Ελλάδα «δεν έχει κάνει και λίγα» και η Τουρκία «έχει δίκαιο σε πολλά πράγματα»! Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι και να πραγματοποιήσει τις απειλές της η Άγκυρα, θα μας σώσουν η Ε.Ε., οι Η.Π.Α., η Γαλλία, το Διεθνές Δίκαιο ή εν πάση περιπτώσει… ο Θεός της Ελλάδας!

Πρόσφατα είδε το φως της δημοσιότητας η είδηση ότι η Δανία προτίθεται να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες κατά 40,5 δισ. κορώνες μεταξύ 2024-2028, καθώς και να αυξήσει τη στρατιωτική θητεία από τους 4 στους 11 μήνες συμπεριλαμβάνοντας και γυναίκες. Μάλιστα, σύμφωνα με το Υπουργείο Άμυνας της Δανίας: «Δεν επανεξοπλιζόμαστε στη Δανία επειδή θέλουμε πόλεμο, καταστροφή ή οδύνη. Επανεξοπλιζόμαστε τώρα ακριβώς για να αποφύγουμε τον πόλεμο σε έναν κόσμο όπου η παγκόσμια τάξη δοκιμάζεται».

Ομοίως, η Νορβηγία προανήγγειλε να φθάσει τις αμυντικές δαπάνες της στο νατοϊκό όριο του 2% του Α.Ε.Π. από φέτος, αντί για το 2026 όπως είχε προγραμματίσει, ενώ ο Νορβηγός Πρωθυπουργός αναφέρθηκε σε «σοβαρή κατάσταση της πολιτικής ασφαλείας». Ο δε Σουηδός Πρωθυπουργός, τον περασμένο Σεπτέμβριο, δήλωσε ότι «η Σουηδία αντιμετωπίζει την πιο σοβαρή κατάσταση ασφαλείας μετά το τέλος του Β′ Παγκοσμίου Πολέμου, η οποία απαιτεί από τη Σουηδία να έχει μια άμυνα που είναι σε θέση να υπερασπιστεί τα σουηδικά εδάφη», ανακοινώνοντας παράλληλα την αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 30%. Παράλληλα, η Φινλανδία αυξάνει διαρκώς τα τελευταία χρόνια τις αμυντικές δαπάνες της έχοντας φθάσει στο 2,3 του Α.Ε.Π. και προχωρώντας σε αντικατάσταση των μαχητικών αεροσκαφών F/A-18 με μαχητικά F-35.

Πέραν των σκανδιναβικών χωρών, η Τσεχία νομοθέτησε την υποχρέωση του 2% επί του Α.Ε.Π. για αμυντικές δαπάνες, καθώς έως και φέτος αυτές ανέρχονταν στο 1,5%. Επίσης, η Γερμανία προτίθεται να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 3,5% του Α.Ε.Π., με τον Υπουργό Άμυνας να επισημαίνει ότι «πρέπει να αντιστραφεί η πολυετής παραμέληση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων». Τέλος, περιττεύει να θιγούν παραδείγματα κρατών όπως της Βαλτικής ή η Πολωνία.

Προφανώς όλες οι ως άνω χώρες – οι οποίες ειρήσθω εν παρόδω δεν είναι ούτε το Ισραήλ, ούτε η Συρία, ούτε το Πακιστάν, ούτε το Μάλι – δε βασίζουν την ασφάλειά τους στο Διεθνές Δίκαιο ή στην Ε.Ε.! Επίσης, δεν ανέτρεψαν το στρατηγικό σχεδιασμό τους επειδή ο Πούτιν ανέφερε ότι «σε ό,τι αφορά την επέκταση, με την ένταξη νέων μελών, δηλαδή της Φινλανδίας και της Σουηδίας, η Ρωσία δεν έχει κανένα πρόβλημα με αυτά τα κράτη – κανένα».

Στην ελληνική περίπτωση, η δημόσια συζήτηση κινείται σε τελείως διαφορετικό μήκος κύματος. Οι χειραψίες με τον Ερντογάν και οι υποσχέσεις του δείχνουν επαρκείς ώστε να κάνουμε δεύτερες σκέψεις για φλέγοντα εξοπλιστικά προγράμματα, όπως π.χ. η αναβάθμιση των φρεγατών ΜΕΚΟ ή η αγορά κορβετών, ενώ και η εκάστοτε αντιπολιτευτική κριτική συχνά ταυτίζεται με ένα «κυνήγι μαγισσών» χωρίς αντιπροτάσεις για εναλλακτικά οπλικά συστήματα ή έναν εναλλακτικό επιχειρησιακό σχεδιασμό, που ενδεχομένως κρίνονται ως φθηνότερες και αποτελεσματικότερες λύσεις.

Για παράδειγμα, τεκμηριώνεται συχνά η θέση (βλ. ενδεικτικά μελέτες του Κωνσταντίνου Γρίβα) ότι η θωράκιση του Αιγαίου δύναται να επέλθει μέσω ενός δικτύου, το οποίο θα εκμεταλλεύεται τη θέση των νησιών, με την επικουρία μικρών και ευέλικτων μονάδων επιφανείας, επιχειρηματολογία η οποία δείχνει να στηρίζεται από την εμπειρία της Ουκρανίας. Πρόκειται για επιχειρησιακό σχεδιασμό, τον οποίο η εγχώρια αμυντική βιομηχανία θα δύνατο κάλλιστα να στηρίξει. Όμως, η εν λόγω επιχειρηματολογία σπάνια ακούγεται τουλάχιστον σε επίπεδο κοινοβουλευτικού διαλόγου, καθώς κρίνεται από τις κομματικές ελίτ ότι προφανώς δε φθάνει στο μέσο ψηφοφόρο, ο οποίος έχει πειστεί επί χρόνια ότι «η μικρή Ελλάδα δεν μπορεί να υλοποιήσει τέτοιους σχεδιασμούς» και «όλα αυτά είναι συνωμοσιολογίες». Αντιθέτως, προκρίνεται η εύκολη σκανδαλοθηρικού επιπέδου κριτική, η οποία κατανοείται με μεγάλη ευκολία από το μέσο Έλληνα ψηφοφόρο αλλά ταυτόχρονα είναι ανεπαρκής, αν και όχι ανεδαφική σε πλείστες περιπτώσεις.

Συνέχεια άρθρου στο huffingtonpost.gr

 

Κύλιση στην κορυφή